- περίλαβε
- περιλαμβάνωembraceaor imperat act 2nd sgπεριλαμβάνωembraceaor ind act 3rd sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
περιλαμβάνω — ΝΜΑ και περίλαβαίνω Ν [λαμβάνω] νεοελλ. 1. (για κείμενα) περιέχω, διαλαμβάνω, πραγματεύομαι («το νέο βιβλίο περιλαμβάνει την ιστορία τής Τουρκοκρατίας») 2. χωράω, μπορώ να χωρέσω («η νέα αίθουσα μπορεί να περιλάβει 3.000 άτομα) 3. μτφ. επιπλήττω… … Dictionary of Greek
Σασκάτσιουαν — (Saskatchewan). Επαρχία του νοτιοκεντρικού Καναδά με έκταση 652 330 τ. χλμ. και πληθυσμό 1 007 000 κατ. Συνορεύει με τις ΗΠΑ στα Ν, με τις επαρχίες Αλμπέρτας στα Δ και Μανιτόμπα στα Α και με τα Βορειοδυτικά Εδάφη στα Β. Στο τοπίο επικρατούν οι… … Dictionary of Greek
περιλαβαίνω — περίλαβα 1. περιλαμβάνω, παίρνω, έχω μέσα, χωράω, περικλείνω. 2. παραλαβαίνω, δέχομαι, παίρνω: Σήμερα περιλάβαμε το εμπόρευμα από το τελωνείο. 3. πιάνω, τσακώνω, αρπάζω, περιαδράχνω: Τον περίλαβε από το γιακά και τον ταρακούνησε απειλητικά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)